Η Δυσπραξία (Developmental Coordination Disorder-DCD) είναι διαταραχή κίνησης η οποία επηρεάζει τη δυνατότητα του παιδιού να σχεδιάσει και να φέρει εις πέρας δραστηριότητες που σχετίζονται με την κίνηση. Σύμφωνα με τη Βρετανική Εταιρεία Αναπτυξιακής Δυσπραξίας, η διαταραχή αυτή ενδέχεται να σχετίζεται με προβλήματα στην ομιλία, στην αντίληψη και στη σκέψη (1,2).
Η δυσπραξία μπορεί να επηρεάσει το ανοσοποιητικό και νευρικό σύστημα τους σώματος. Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου Queen Mary, η δυσπραξία, ίσως, οφείλεται στην ανωριμότητα του νευρικού συστήματος στον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να επεξεργάζεται με πιο αργό ρυθμό τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την κίνηση και όχι σε μια συγκεκριμένη βλάβη του εγκεφάλου (3).
Τα παιδιά με δυσπραξία μπορεί να διαφέρουν ως προς τον τρόπο που εκδηλώνουν τις δυσκολίες, οι οποίες με την πάροδο του χρόνου και ανάλογα με τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις, να αλλάξουν (9). Τα βασικά χαρακτηριστικά των παιδιών με Δυσπραξία είναι:
- Εμφανίζουν δυσκολίες στη λεπτή κινητικότητα, οι οποίες επηρεάζουν δραστηριότητες όπως τη ζωγραφική, παιχνίδια με πάζλ, τη γραφή
- Δυσκολεύονται στο ποδήλατο
- Σε κάποιο βαθμό, υπάρχουν δυσκολίες στη σκέψη και στην αντίληψη
- Υπάρχει κακός συντονισμός χεριού και ματιού
- Εμφανίζουν δυσκολίες στο να θυμούνται και να ακολουθούν οδηγίες
- Εμφανίζουν δυσκολίες στην οργάνωση και διαχείριση προβλημάτων
- Εμφανίζουν δυσκολίες στο να πιάσουν σωστά το μολύβι
- Αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες στην ορθογραφία, παρά στην ανάγνωση
- Στην ανάγνωση χάνουν συνεχώς τη σειρά μέσα στο κείμενο
- Εμφανίζουν δυσκολίες στη γραμματική
- Δυσκολεύονται στην αντιγραφή
- Δυσκολεύονται στα μαθηματικά
- Δε χρησιμοποιούν δεξιότητες κίνησης σε πλαίσιο μέσα στο οποίο δεν έχουν εκπαιδευτεί
- Δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν για πολλή ώρα σε ένα πράγμα
- Εμφανίζουν χαρακτηριστικά της ΔΕΠ-Υ (3,4,5)
Η εκπαίδευση των παιδιών με δυσπραξία στηρίζεται, κυρίως, σε πολυαισθητηριακά προγράμματα. Έρευνες έχουν δείξει πως οι μαθητές με δυσκολίες επωφελούνται, ιδιαιτέρως, μέσα από μια πολυαισθητηριακή προσέγγιση, καθώς έχουν τη δυνατότητα να επεξεργάζονται όλες τις πληροφορίες χρησιμοποιώντας τις αισθήσεις τους (όραση, ακοή, όσφρηση, αφή, κίνηση), ώστε η μάθηση να γίνεται πιο αποτελεσματική και βιωματική (6,7,8).
Ιωάννα Δημητριάδου |
Ειδική Παιδαγωγός με εξειδίκευση στη Δυσλεξία και στις Μαθησιακές δυσκολίες |
Orton-Gillingham Practitioner |
Συγγραφέας |
Αρθρογράφος |